Τα Παιδεία Παίζει!!!


PhotobucketPhotobucketPhotobucketPhotobucketPhotobucketPhotobucketPhotobucketPhotobucketPhotobucketPhotobucketPhotobucketPhotobucketPhotobucketPhotobucketPhotobucketPhotobucket

Κυριακή 5 Φεβρουαρίου 2012

Ο Βασιλιάς και το αλάτι

Μια φορά κι έναν καιρό, ζούσε ένας βασιλιάς με τις τρεις όμορφες κόρες του. Τις αγαπούσε πολύ και τις τρεις, αλλά και αυτές τον λάτρευαν. Μια μέρα που καθόταν ο βασιλιάς μαζί τους, τις ρώτησε, όπως ρωτούν όλοι οι πατεράδες, αν τον αγαπούν. Και οι βασιλοπούλες είπαν και οι τρεις μαζί:
«Και το ρωτάς, πατέρα;»
«Πόσο μ’ αγαπάς εσύ;» ρώτησε τη μεγάλη.
«Σ’ αγαπώ, πατέρα μου, σαν το χρυσάφι», του αποκρίθηκε εκείνη.
«Μπράβο, κόρη μου, είπε ευχαριστημένος ο βασιλιάς.
«Εσύ;» ρώτησε τη δεύτερη κόρη του.
«Εγώ σ’ αγαπώ σαν το ασήμι, πατέρα μου», είπε γλυκά η δεύτερη.
«Εύγε, καλό μου παιδί», είπε ο βασιλιάς και τη χάιδεψε τρυφερά.
«Κι εσύ;» ρώτησε τη μικρότερη.
«Εγώ, πατέρα μου, σ’ αγαπώ σαν το αλάτι», είπε η μικρή.
«Σαν το αλάτι;» φώναξε θυμωμένος ο βασιλιάς. «Μα αυτή δεν είναι αγάπη, κόρη μου. Δεν το περίμενα αυτό από σένα. Δεν θέλω να σε βλέπω πια. Σε αποκληρώνω. Να φύγεις από το παλάτι».
Στενοχωρημένη η βασιλόπουλα, έφυγε από το παλάτι και τη χώρα εκείνη. Όταν έφτασε στο διπλανό βασίλειο, την είδε ο βασιλιάς εκείνου του τόπου και του διηγήθηκε την ιστορία της. Εκείνος την ερωτεύτηκε και την παντρεύτηκε κι έζησαν έτσι ευτυχισμένα χρόνια πολλά.

Κάποτε η βασίλισσα έμαθε πως οι αδερφές τις παντρεύτηκαν κι έφυγαν απ' το παλάτι μα ο πατέρας της περνούσε δύσκολες στιγμές γιατί το χρυσάφι και το ασήμι του παλατιού λιγόστευαν κι εκείνος ήταν πια πολύ γέρος κι άρρωστος. Αφού λοιπόν μίλησε με τον άντρα της και του ζήτησε να τον βοηθήσουν, αποφάσισαν και οι δύο να τον καλέσουν σε δείπνο. Του ζήτησε όμως να μην αποκαλύψει στον πατέρα της ποιά είναι αλλά να την αφήσει να του το πει εκείνη κι ο βασιλιάς δέχτηκε. Έστειλε τότε τους αγγελιοφόρου της να του πάνε την πρόσκληση και κατέβηκε στις βασιλικές κουζίνες κι άρχισε να φτιάχνει η ίδια τα καλύτερα φαγητά! Έπειτα στολίστηκε το βράδυ κι όταν έφτασε ο πατέρας της πέρασαν όλοι μαζί στην τραπεζαρία του παλατιού. Η μικρή κόρη είχε στολίσει το τραπέζι. Άστραφταν τα ολόχρυσα πιάτα και τα ποτήρια και έλαμπαν από το ασήμι τα μαχαίρια και τα πιρούνια. Σαν άρχισε, όμως, να τρώει ο βασιλιάς τα φαγητά που του είχε μαγειρέψει η κόρη του, έσπρωξε το ολόχρυσο πιάτο μακριά. Δοκίμασε το δεύτερο φαγητό. Ήταν πιο άνοστο από το πρώτο και ας ήταν κι αυτό μέσα σε ολόχρυσο πιάτο. Τίποτα δεν του άρεσε. Όλα ήταν άνοστα και καθόταν νηστικός και στεναχωρημένος.
Τότε έσκυψε η βασιλόπουλα και του είπε:
«Μήπως θέλεις να δοκιμάσεις από το δικό μου πιάτο, βασιλιά μου;»
O βασιλιάς δοκίμασε από το φαγητό της και το βρήκε θαυμάσιο.
«Αυτό είναι φαΐ!» είπε χαρούμενος. Πήρε μπροστά του το γυάλινο πιάτο της και έφαγε με μεγάλη όρεξη.
«Τι του έχεις βάλει και είναι τόσο νόστιμο;» ρώτησε τη μικρή του κόρη.
«Αλάτι, πατέρα. Αλάτι!» του απάντησε εκείνη πονηρά.


Ο βασιλιάς κατάλαβε τότε ότι η γυναίκα που είχε απέναντι του ήταν η μικρή του κόρη και πόσο άδικα της είχε θυμώσει και της είχε φερθεί. Είδε πως δεν είναι μόνο το χρυσάφι και το ασήμι που αξίζουν κι ένιωσε περήφανος για την αγάπη και την εξυπνάδα της μικρή του κόρης. Όταν του είπαν ότι τον κάλεσαν εκεί για να το βοηθήσουν εκείνος αρνήθηκε και είπε πως μεγάλωσε πια και δε μπορεί να κυβερνήσει τη χώρα και μιας και δε μπόρεσε να προικίσει την κόρη του πριν τον γάμο της, τους χαρίζει το βασίλειο του για να το κυβερνήσουν εκείνοι αρμονικά κι αγαπημένα!

Κι έτσι ζήσανε αυτοί καλά και εμείς καλύτερα.

*Το κείμενο είναι γραμμένο από μνήμης κι ίσως έχει κάποια λάθη. Υπήρχε στα "Κείμενα" γυμνασίου γύρω στο 97'-99' αλλά δε μπορώ να θυμηθώ με βεβαιότητα σε ποιάς τάξης ήταν...

Δευτέρα 16 Ιανουαρίου 2012

Fairy!!!

___________________________________*88888* ________________________*88*_____*8888888* _______________________*888*___*88888888* _______o888ooo________*8888*_*888888888* __ooo8888888888888___*888888*8888888888* ___*88888888888888o_*888888*8888888888* ___o8888888888888__*888888*888888888* __o8888888888888__*888888*888888888* ___88888888888*__*888888*88888888* ______*88888*___*88888888888888* _______888888__*8888888888888* ______o88888888888888888888* ____o888888888888888888888888888888888888** ___8888888888888888888888888888888888888888* _o888888888888888888888888888888888888888888* 88888888888888888888888888888888888888888** *8888888888888888888888888888888** _*88888888888*_88888 __8888888888*___*8888 __8888888888_____88888o __*888888888o_____88888o ___88888888888_____*8888o ___*888888888888o___*8888o ____*8888888888888o___*888o _____*88888888888888____8888 _______8888888888888o____*888 ________888888888888______*888o _________8888888888*_______*8888 _________*8888888888oo______*888 __________*8888888888888o ___________*88888888888888o ____________*888888888888888o ______________88888888___8888o _______________8888888_o88888 _______________*8888888888* _________________8888888* __________________88888888888o ___________________88888888__*o ____________________8888888o _____________________8888888 ______________________8888888 ______________________*8888888 ______________________888888888oo ______________________888__888888o _____________________o88___88888 _____________________*_____8888 __________________________o88


Κάθε φορά που ένα παιδί λέει ότι δεν πιστεύει στις νεράιδες,
κάπου κάποια νεράιδα πεθαίνει.
James Barrie

Πέμπτη 12 Ιανουαρίου 2012

Πέμπτη 5 Ιανουαρίου 2012

Πάμε να παίξουμε!!!

Η μικρή Δημητρούλα με κάλεσε στο blog της και μου χάρισε ένα πολύ γλυκό βραβείο!!!
❧Έχει μεγάλη αξία να το παίρνω αυτό από εσένα μικρή μου!!!☙
Εγώ πάλι με τις απονομές βραβείων δεν τα πάω και πολύ καλά...
Δεν μου αρέσει να ακολουθώ τους κανόνες τους...
Για μένα όλοι το αξίζετε εξ ίσου γι' αυτό σας το χαρίζω :D

Μαζί με το βραβείο η Δημητρούλα πήρε μέρος και σ' ένα παιχνίδι κι επειδή μου αρέσουν τα παιχνίδια αν και δε με κάλεσε θα παίξω κι εγώ με το έτσι θέλω κι όποιος θέλει ακολουθεί :Ρ

Λοιπόν έχουμε και λέμε:

Το αγαπημένο μου βιβλίο είναι το Ένας μικρός Θεός περίσσεψε. Ένα πανέμορφο βιβλίο για έφηβους (και όχι μόνο) που διάβασα στα σχολικά μου χρόνια. Το συνιστώ σε όλους ανεπιφύλακτα!!!


Πείτε ότι θέλετε αλλά η αγαπημένη μου πόλη είναι η Θεσσαλονίκη και είναι η ομορφότερη πόλη της Ελλάδας!!! Εδώ γεννήθηκα, εδώ η καρδιά μου ανήκει!!!

Το αγαπημένο μου γλυκό είναι η τάρτα φράουλα!!! Δώσε μου τάρτα φράουλα και πάρε μου την ψυχή!!!!!!!!!!!! Υπ όψιν, την μεγαλύτερη τάρτα φράουλα που έχω φάει στη ζωή μου την έφαγα στη Ρόδο και να φανταστείτε ΑΚΟΜΑ ΚΙ ΕΓΩ δε μπόρεσα να την φάω όλη :(


Η αγαπημένη μου κολόνια είναι η GUCCI Rush!!! Την ΛΑΤΡΕΥΩ!!! Ποιός θέλει να μου πάρει δώρο για τα Χριστούγεννα? :Ρ


Οι αγαπημένες μου μπότες... Ίσιες, ζεστές και άνετες!!! Και κατα προτίμηση σε μαύρο για να πηγαίνουν με όλα ;)


Αν και έχω πάρα πολλούς αγαπημένους προορισμούς θα ακολουθήσω το "Προτιμήστε Ελληνικά" και θα πω το Μέτσοβο που είναι από τα πιο όμορφα μέρη που έχω δει (αν και μόνο όσο κρατάει μια στάση σε βενζινάδικο) και θέλω να επισκεφτώ στην Ελλάδα!!!


Το αγαπημένο μου Blog ε? Λοιπόν με συγχωρείτε αλλά αυτή η ερώτηση δε μου αρέσει καθόλου! Τι πάει να πει αγαπημένο blog? Όλα τα blog που επισκέπτομαι είναι αγαπημένα μου, αλλιώς δε θα τα επισκεπτόμουνα...!

Αγαπημένο μέρος για καφέ είναι όπου υπάρχει καλή παρέα!!! Τα άλλα όλα βρίσκονται :)


Αγαπημένο φαγητό ε? Αχ είναι τόσα πολλά, αλλά τηγανιτές πατάτες και κάθε μέρα να με ταΐζουν όχι δε θα πω :Ρ

"Η Κούκλα της Ροδούλας"
Αγαπημένη μου ανάρτηση (υποθέτοντας πως μιλάμε για το δικό μας μπλογκ) είναι "Η κούκλα της Ροδούλας" πρώτα από όλα γιατί είναι η πρώτη ανάρτηση που έκανα ανοίγοντας αυτό το μπλογκ και δεύτερον γιατί λατρεύω αυτό το παραμύθι!!!

Αυτάααααααα!!! Άντε να δούμε θα συμμετέχετε? Εγώ δεν το δίνω σε κανέναν όποιος θέλει το παίρνει μόνος του :Ρ

Παρασκευή 23 Δεκεμβρίου 2011

Η Σοκολατούπολη!!!









 
Μια φορά κι έναν καιρό, πριν πολλά πολλά χρόνια, ζούσε σε έναν τόπο μακρινό ένα μικρό αγοράκι που το έλεγαν Θοδωρή. Ο Θοδωρής ήταν ένα παιδάκι καλόκαρδο και χαμογελαστό και πάντα έκανε τους γύρο του να χαμογελούν και να χαίρονται!!! Οι γονείς του τον είχανε καμάρι και η μανούλα του συχνά του έλεγε πόσο τον αγαπάει και πως με την γλύκα του και το νόστιμο προσωπάκι του την έκανε να ξεχνάει όλα τα δύσκολα και άσχημα του κόσμου!!! Θυμόταν πάντα την χαρακτηριστική της φράση «Αχ Θοδωρή μου, αγοράκι μου, εσύ είσαι το φάρμακο μου για όλα!!! Σαν μου δίνεις ένα φιλάκι, η γλύκα σου ομορφαίνει τη ζωή μου!!!»
Ο Θοδωράκης ήταν πολύ μικρούλης όμως και δε μπορούσε να καταλάβει τι εννοούσε η μανούλα του. Μια μέρα λοιπόν όταν άκουσε τη μαμά του να ξανά λέει αυτά τα λόγια, γύρισε και την κοίταξε με τα όμορφα καλοσυνάτα ματάκια του και την ρώτησε:
-Μανούλα μου πάντα μου λες πως η γλύκα μου σου ομορφαίνει τη ζωή και πως είμαι το φάρμακο σου. Πες μου μανούλα τι είναι το φάρμακο?
-Φάρμακο, Θοδωράκι μου, είναι αυτό που παίρνουν οι άνθρωποι και γίνονται καλά...
-Και τι είναι γλύκα?
-Γλύκα αγοράκι μου είναι η γεύση που μένει στο στόμα όταν τρώμε κάτι γλυκό...
-Κι εγώ δηλαδή μανούλα μοιάζω με γλυκό?
-Εσύ είσαι το δικό μου γλυκό αγοράκι.
Ο Θοδωράκης τότε σώπασε. Αν και είχε πολλές ακόμα απορίες, προτίμησε να μη μιλήσει άλλο και να δώσει το φιλάκι στη μαμά του που περίμενε... Έπειτα έφυγε και πήγε στο δωμάτιο του. Ξάπλωσε στο κρεβάτι του και κοιτώντας ψηλά σκεφτόταν αυτά που του είχε πει η μαμά του... «Γλύκα αφήνει το γλυκό κι είναι το φάρμακο για όσους δεν είναι καλά!!!» έλεγε και ξανάλεγε στον εαυτό του ώσπου τον πήρε ο ύπνος! Την επόμενη μέρα και πολλές μέρες μετά ο Θοδωράκης δεν σκέφτηκε καθόλου την κουβέντα με τη μαμά του. Έπαιζε και γελούσε όπως όλα τα παιδάκια της ηλικίας του.

 
Μια χειμωνιάτικη μέρα, η μανούλα του αρρώστησε κι ο μπαμπάς του ήταν πολύ στεναχωρημένος. Το ίδιο κι ο μικρός Θοδωρής... Είχε ακούσει το γιατρό να λέει, πως η μαμά του χρειαζόταν ένα φάρμακο που όμως δεν το είχε εκείνος κι έπρεπε να περιμένουν... Τότε ο Θοδωρής τινάχτηκε σαν κάτι να τον είχε τσιμπήσει κι έτρεξε γρήγορα στη μαμά του. Έσκυψε πάνω από το κεφάλι της και την φιλήσει με όλη του την αγάπη!!! Εκείνη όμως δεν άνοιξε τα μάτια της. Τότε έσκυψε λίγο παραπάνω και ακούμπησε το μαγουλάκι του πάνω στα χείλη της αλλά εκείνη έμεινε ακίνητη... Ο Θοδωράκης σηκώθηκε και τα ματάκια του είχαν γεμίσει δάκρυα... Στάθηκε για λίγο εκεί και σκεφτόταν... Αμέσως μετά, με μια κίνηση σήκωσε το χεράκι του πεισματικά και σκούπισε το πρόσωπο του. Ξανά έσκυψε πάλι και ψιθύρισε στο αφτί της: «Μανούλα μην ανησυχείς!!! ΕΓΩ, θα βρω ΕΓΩ το φάρμακο που χρειάζεσαι και θα σε κάνω καλά!!! Εσύ μου έλεγες πως η γλύκα είναι το φάρμακο για όλα!!! Ε! κι εγώ λοιπόν θα βρω κάτι τόσο γλυκό που θα σε γιατρέψει αμέσως!!!». Σηκώθηκε πάλι κι έφυγε τρέχοντας από το δωμάτιο κι έπειτα από το σπίτι. Το απόγευμα τον βρήκε καθισμένο σε ένα βράχο μέσα στο δάσος κι είχε αρχίσει να νυχτώνει όμως ο Θοδωρής δε φοβότανε! Είχε χαθεί στις σκέψεις του και δεν τον ένοιαζε τίποτ’ άλλο. Παρακαλούσε με όλη του τη δύναμη: «Σε παρακαλώ Θεούλη μου βοήθα με να βρω κάτι τόσο γλυκό που να κάνει καλά τη μαμά μου! Σε παρακαλώ!». Είχε πια νυχτώσει... Ο Θοδωρής σηκώθηκε να πάει στο σπίτι του αλλά κατάλαβε πως είχε χάσει το δρόμο έτσι σκοτεινά που ήταν... Άρχισε λοιπόν να περπατάει μέσα στο δάσος ώσπου κάποια στιγμή είδε στο βάθος ένα φως κι όσο πιο κοντά πήγαινε τόσο εκείνο μεγάλωνε...






 
Όταν έφτασε, είδε πως αυτό που έλαμπε και του έδειχνε το δρόμο ήταν ένα όμορφο σπιτάκι!!! Άρχισε να προχωράει δειλά προς την πόρτα ώσπου είδε έναν γλυκό γεράκο να κάθεται σε μια κουνιστή καρέκλα. Τον πλησίασε και φοβισμένα του είπε:
-Γειά σου παππούλη, με λένε Θοδωρή και χάθηκα στο δάσος, θα μπορούσα να καθίσω μαζί σου μέχρι να ξημερώσει?
-Μα φυσικά μικρέ μου Θοδωρή, του απαντάει.
-Παππούλη τι όμορφο που είναι το σπίτι σου!!!
-Αλήθεια σου αρέσει ε? Τότε γιατί δε δοκιμάζεις λίγο να μου πεις αν είναι και νόστιμο? είπε ο γεράκος και γέλασε...
-Να δοκιμάσω??? Μα τι λες? Να φάω δηλαδή τούβλα και ξύλα?
Τότε ο γεράκος γέλασε ακόμα πιο δυνατά!
-Μα μικρέ μου το σπίτι μου είναι φτιαγμένο από σοκολάτα και μπισκότα, από καραμέλα και σαντιγί, από άχνη και βούτυρο κι όλα τα γλυκά του κόσμου!!!
Ο μικρός Θοδωρής άνοιξε διάπλατα τα μάτια του και τον κοιτούσε... «Μα τι έλεγε αυτός ο άνθρωπος?» «Πως γίνετε να φτιαχτεί ένα σπίτι από γλυκά?» «Μάλλον με κοροϊδεύει» σκεφτότανε ο Θοδωρής. Τότε ο παππούλης σηκώθηκε, έκοψε ένα κομμάτι από το παντζούρι του σπιτιού και το έδωσε στο μικρό παιδάκι λέγοντάς του «Είσαι στη Σοκολατούπολη παιδί μου! Εδώ όλα είναι φτιαγμένα από γλυκά και κυρίως τη σοκολάτα που κάνει τους ανθρώπους χαρούμενους!!!». Εκείνο αφού το επεξεργάστηκε καλά καλά, άνοιξε το στόμα του και πήρε μια μεγάλη μπουκιά!
 
Ο Θοδωράκης έτρωγε τη σοκολάτα του σιωπηλός, όμως τα μάτια του έλαμπαν από χαρά! Όταν τελείωσε σηκώθηκε και πλησίασε τον παππούλη.
-Καλέ μου κύριε, επιτέλους το βρήκα, έψαχνα να βρω ένα φάρμακο για τη μανούλα μου που είναι άρρωστη, και αυτό που μου δώσατε να φάω νομίζω πως είναι το καλύτερο!!! Θα μπορούσατε σας παρακαλώ να μου δώσετε άλλο ένα κομμάτι να της το πάω?
-Μα και βέβαια μικρέ μου!!! Άλλωστε γι’ αυτό βρέθηκες εδώ!!! Ο καλός Θεούλης άκουσε την προσευχή σου, όταν παρακαλούσες να σε βοηθήσει κι έτσι σε οδήγησε στην Σοκολατούπολη!!! Σου έχω ετοιμάσει ήδη ένα μεγάλο πακέτο για να το πάρεις μαζί σου, θα πρέπει όμως να περιμένεις μέχρι το πρωί γιατί αν φύγεις τώρα, θα χαθείς μέσα στη νύχτα... Έλα, πάμε να σου δείξω το κρεβατάκι σου, είναι ώρα να κοιμηθείς.
Το παιδάκι ακολούθησε τον γεράκο μέσα στο νόστιμο σπίτι του και ξάπλωσε να κοιμηθεί. Έκανε τον πιο βαθύ και ήρεμο ύπνο που είχε κάνει ποτέ στη ζωή του κι όλη τη νύχτα είχε ζωγραφισμένο ένα χαμόγελο στα παιδικά του χειλάκια!!!

Την άλλη μέρα με το πρώτο φως του ήλιου πετάχτηκε από το κρεβατάκι κι έτρεξε στον παππούλη. Εκείνος μόλις τον είδε του χαμογέλασε και χωρίς να πει τίποτα, του έδωσε στα χέρια μια κούπα με ένα καφέ, ζεστό κι ευωδιαστό ρόφημα. Το παιδάκι το ήπιε με λαχτάρα κι ήταν το πιο νόστιμο πράγμα που είχε πιει ποτέ του. Ο παππούλης χαμογέλασε και του είπε πως ήταν σοκολάτα ρόφημα λες κι είχε διαβάσει τις σκέψεις του. Λίγο αργότερα έδωσε το μεγάλο πακέτο στο παιδάκι και του έδειξε το δρόμο για το σπίτι. Όταν φτάσανε αρκετά κοντά γύρισε, το κοίταξε με αγάπη και του είπε:
-Παιδί μου, επειδή έχεις αγνή και γεμάτη αγάπη καρδούλα, ο Θεός πάντα θα σε ακούει και θα σε προσέχει! Κάποιες φορές μπορεί να μην καταλαβαίνεις κάποια πράγματα κι ίσως να θυμώνεις, να θυμάσαι όμως πως ότι συμβαίνει, γίνετε για κάποιο λόγο!!! Όποτε νιώθεις λυπημένος, βάζε στο στόμα σου ένα κομματάκι σοκολάτα, θα δεις, όλα θα μοιάζουν λίγο καλύτερα!!! Η Σοκολατούπολη πάντα θα υπάρχει για να γλυκαίνει την ζωή των ανθρώπων!!! Τρέχα τώρα στο σπίτι σου και μη γυρίσεις να κοιτάξεις πίσω.
Ο Θοδωρής κούνησε το κεφαλάκι του καταφατικά, σηκώθηκε στις μύτες των ποδιών του και έδωσε ένα φιλάκι στο μάγουλο του παππούλη. Του είπε ευχαριστώ κι ύστερα άρχισε να τρέχει χαρούμενο για το σπίτι του! Λίγο πριν μπει μέσα γύρισε μια στιγμή να κοιτάξει μα ο παππούλης είχε χαθεί.
 


 
Μπαίνοντας στο σπίτι τον περίμενε μια μεγάλη έκπληξη! Η μανούλα του ήταν καλά!!! Ω! Πόση χαρά ένιωσε η παιδική καρδούλα του!!! Έτρεξε γρήγορα κοντά της και της έδωσε ένα σορό φιλάκια κι όλοι μαζί γελούσανε κι αγκαλιάζονταν!!! Όταν ο μπαμπάς κάποια στιγμή ξεκίνησε να πάει στην κουζίνα για να φτιάξει κάτι ζεστό να πιούνε ο Θοδωρής πετάχτηκε και πήρε το μεγάλο πακέτο που του είχε δώσει ο παππούλης από τη Σοκολατούπολη. Το έδωσε στα χέρια του μπαμπά του και του είπε:
-Μπαμπά από αυτό να κάνεις, ένας παππούλης μου είπε πως λέγετε σοκολάτα και μου το έδωσε για την μαμά.
Οι δύο γονείς τον κοίταξαν με απορία κι ύστερα ο πατέρας πήγε στην κουζίνα. Τότε ο Θοδωράκης κάθισε πάλι δίπλα στη μανούλα του και της είπε όλη την περιπέτεια του. Εκείνη τον αγκάλιασε και τον φίλησε με όλη της την αγάπη και του είπε «Ευχαριστώ!».

Έτσι, ζήσαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα!!!


Εμπνευσμένο από το μπλογκ "Σοκολατούπολη" της μικρής Δημητρούλας!!!
Στο αφιερώνω γλυκιά μου με όλη μου την καρδιά :)